Στην Ελλάδα η ασφάλιση ζωής δεν είναι τόσο διαδεδομένη όσο στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες με βάση στοιχεία που προκύπτουν από την έρευνα της Ένωσης “Insurance Europe”. Στη γενική κατάταξη η Ελλάδα βρίσκεται πολύ πιο χαμηλά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με το ποσοστό ασφαλιστηρίων ζωής να μην ξεπερνά το 3% επί του πληθυσμού.

Μύθος: Είμαι νέος για να έχω ασφάλιση ζωής
Oι νέοι σε ηλικία αποφεύγουν τις ασφαλίσεις γιατί πιστεύουν ότι δεν τις χρειάζονται. Οι πιο γνωστές ασφαλίσεις είναι αυτές για το αυτοκίνητο και για το σπίτι, λόγω του υποχρεωτικού παράγοντα που τις συνοδεύει: υποχρεωτική από το νόμο κάλυψη αστικής ευθύνης για το αυτοκίνητο και υποχρεωτική από την τράπεζα κάλυψη του στεγαστικού δανείου για το σπίτι.
Ο μέσος Έλληνας δεν γνωρίζει σχεδόν τίποτα για την ασφάλιση ζωής . Δε γνωρίζει τις καλύψεις και – το βασικότερο – δε γνωρίζει ότι με ένα ελάχιστο μηνιαίο κόστος εξασφαλίζει στα αγαπημένα του πρόσωπα ένα κεφάλαιο για να διαχειριστούν το κενό που θα δημιουργηθεί λόγω της ξαφνικής απώλειας μέρους του οικογενειακού εισοδήματος (από θάνατο ή μόνιμη ολική ανικανότητα) ή τα έξοδα που θα προκύψουν: κηδείας, φόρου κληρονομιάς κτλ.
Το τελευταίο είναι αρκετά σημαντικό καθώς τα τελευταία χρόνια λόγω της κρίσης οι αποποιήσεις κληρονομιάς έφθασαν τις 130.000.
Αν ξεκινήσεις νέος ένα ασφαλιστικό πρόγραμμα το μηνιαίο κόστος θα είναι χαμηλότερο καθώς όσο πιο μεγάλος το ξεκινήσεις τόσο αυξάνεται η πιθανότητα να αναπτύξεις κάποια ασθένεια. Για παράδειγμα αν ξεκινήσεις στην ηλικία των 36 ετών, για ένα πρόγραμμα πρόσκαιρης ασφάλισης που στόχο έχει να εξασφαλίσει στην οικογένειά σου κεφάλαιο 50.000, το μηνιαίο κόστος θα είναι 9,42€/ μήνα, για 10 έτη. Αν ξεκινήσεις στην ηλικία των 46 ετών, το κόστος θα είναι 16€/ μήνα.
Μύθος: H ασφάλιση ζωής κοστίζει
Υπάρχει η αντίληψη ότι η ασφάλιση ζωής είναι ακριβή. Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 80% των συμμετεχόντων υπερεκτίμησε την τιμή.Κι όμως ένα ασφαλιστήριο ζωής δεν είναι τόσο ακριβό όσο πιστεύεις, ειδικά σε σχέση με τα οφέλη που προσφέρει.
Μύθος: Έχω πρόβλημα υγείας και άρα δεν μπορώ να έχω ασφάλιση ζωής
Εκτός και αν υπάρχει κάποιο πολύ σοβαρό πρόβλημα ασθένειας, συνήθως, υπάρχει η πρόβλεψη να εξαιρείται με προϋποθέσεις κάποια πρόσκαιρη ή διαχειρίσιμη ασθένεια (πχ χολή, διαβήτης κτλ) κάνοντας τα ασφαλιστήρια ζωής προσβάσιμα σε όλους.
Τι σημαίνει όμως «εξαιρείται»; Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος αντιμετωπίζει κάποια χρόνια αλλά διαχειρίσιμη πάθηση, όπως χολή, καρδιά ή διαβήτης, μπορεί να προχωρήσει σε ασφάλιση ζωής με την προϋπόθεση ότι εάν επέλθει θάνατος από πάθηση που σχετίζεται με αυτό το πρόβλημα δεν θα αποζημιωθούν οι δικαιούχοι. Εάν για παράδειγμα ένας ασφαλισμένος αντιμετωπίζει προβλήματα με σακχαρώδη διαβήτη, καταλήξει μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο, τότε η ασφαλιστική πιθανόν δεν θα αποζημιώσει τους δικαιούχους, καθώς τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν εγκεφαλικό επεισόδιο. Εάν όμως το απρόοπτο γεγονός επέλθει από άσχετη ασθένεια, όπως μια νεοπλασματική ασθένεια, τότε η ασφαλιστική θα αποζημιώσει κανονικά τους δικαιούχους.
Είναι σύνηθες το φαινόμενο να σκέφτεται κάποιος να κάνει ασφάλιση ζωής όταν ήδη έχει προκύψει κάτι στη ζωή του. Στην περίπτωση που αυτό είναι κάτι πρόσκαιρο, όπως για παράδειγμα κάποια γυναικολογική επέμβαση, θα ζητηθεί από την ασφαλιστική εταιρεία να περάσει πρώτα ένα εύλογο χρονικό διάστημα (από κάποιους μήνες μέχρι 1-2 χρόνια) πριν προχωρήσει με το αίτημα ασφάλισης.
Σε κάθε περίπτωση, ο ασφαλισμένος καλείται να απαντήσει σε ένα ερωτηματολόγιο υγείας στο οποίο πρέπει να συμπληρώσει με ειλικρίνεια το ιατρικό του ιστορικό.
Μύθος: Η ομαδική ιδιωτική ασφάλιση καλύπτει όλες τις ανάγκες μου
Η ομαδική ιδιωτική ασφάλιση γνωρίζει μία άνθιση τα τελευταία χρόνια, παρά την κρίση. Εάν διαθέτεις μια ομαδική ιδιωτική ασφάλιση από την εργασία σου, αυτό δε σημαίνει ότι δεν χρειάζεσαι μία ατομική ασφάλιση.
Όσοι είναι τυχεροί και έχουν ομαδική ιδιωτική ασφάλιση από τον εργοδότη δεν είναι και εξασφαλισμένοι καθώς, συνήθως το ασφαλιστικό κεφάλαιο, είναι συνάρτηση των μικτών αποδοχών (πχ 10 ή 20 μικτούς μισθούς) ενώ η παροχή μπορεί να αλλάξει με απόφαση του εργοδότη (αύξηση η μείωση του ασφαλιστικού κεφαλαίου) ή να καταργηθεί ή να αλλάξεις εργοδότη. Σε αντίθεση, η ατομική ασφάλιση σού επιτρέπει να φτιάξεις εσύ τους όρους του συμβολαίου σου ανάλογα με τις ανάγκες που επιθυμείς να καλύψεις.
ΠΗΓΗ www.eurolife.gr